αμφιαστέρας

αμφιαστέρας
ο (Βιολ.)
παροδικός κυτταροπλασματικός σχηματισμός από ακτινωτά νήματα που εμφανίζονται γύρω από τα δύο κεντροσώματα κατά τη μίτωση*.
[ΕΤΥΜΟΛ. < amphiaster, νεολατιν. επιστημον. όρος, ελληνογενής < amphi- (< ελλην. αμφι-*) + -aster (< αστήρ)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • αμφ(ι)- — Γλωσσ. α συνθετικό λέξεων τής αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής καθώς και επιστημονικών όρων, με μεγάλη παραγωγικότητα. Προέρχεται από την αρχαία λέξη ἀμφί, που λειτουργεί ως πρόθεση και επίρρημα. Κατά τη σύνθεση, το τελικό φωνήεν ι άλλοτε… …   Dictionary of Greek

  • διαστήρ — και διαστέρας, ο (Α διαστήρ) νεοελλ. ο αμφιαστέρας αρχ. ανεμόσκαλα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”